Η «συνείδηση» (“consciousness”) είναι μία έννοια που συγχέεται συχνά με τις έννοιες «ευσυνειδησία» (“conscience”), «αυτοσυνειδησία» (“self-consciousness”) και «γνωστική ικανότητα» (cognition). Αρχικά η έννοια της λέξης αναφερόταν σε δύο άτομα που γνώριζαν κάτι από κοινού και άρα το συνειδητοποιούσαν μεταξύ τους, ενώ αργότερα η έννοια αυτή χρησιμοποιήθηκε για να γίνεται αναφορά σε ένα άτομο το οποίο είχε αποκλειστική γνώση κάποιων πραγμάτων, γνώσεις που αφορούσαν θέματα τα οποία είχαν και ηθικές διαστάσεις.
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι αν και η συνείδηση είναι ένα φαινόμενο πολύ οικείο, λόγω της πολυμορφίας του δεν είναι δυνατόν να δοθεί κάποιος πλήρης ορισμός, χρησιμοποιείται δε ο όρος αυτός για να καλυφθούν πολλά διαφορετικά μεταξύ τους φαινόμενα. Έτσι λοιπόν, όλοι γνωρίζουν πότε έχουν συνείδηση και δέχονται ότι οι εμπειρίες όλων μοιάζουν μεταξύ τους, φαίνεται δε ότι έχουν συνείδηση κάποιου πράγματος, ίσως κάποιας αίσθησης όπως ο πόνος ή η ζέστη ή μία πολύχρωμη εικόνα ή ένας μουσικός ήχος.
Οι εκάστοτε μορφές συνείδησης σε έναν οργανισμό διακρίνονται σε διάφορα επίπεδα σχετικά με την γενική κατάσταση διέγερσής τους. Αναλόγως δε του επιπέδου διέγερσης, το περιεχόμενο των διαφόρων καταστάσεων συνείδησης, δηλαδή τα αντικείμενα, οι καταστάσεις και τα συμβάντα προς τα οποία στρέφεται κάποια κατάσταση συνείδησης, μεταβάλλεται.
Στις καταστάσεις ονείρωσης όπου υπάρχει χαμηλό επίπεδο διέγερσης, η παραγωγή του ονειρικού περιεχομένου είναι αυξημένη. Εκτός όμως από μορφές, η συνείδηση έχει και ιδιότητες. Εμπεριέχεται η βραχύχρονη μνήμη, είναι ανεξάρτητη από τα αισθητηριακά ερεθίσματα, χαρακτηρίζεται από κατευθυνόμενη προσοχή, έχει την ικανότητα να παράγει εναλλακτικές ερμηνείες σύνθετων ή ασαφών δεδομένων, εξαφανίζεται στον βαθύ ύπνο και επανεμφανίζεται στην κατάσταση του ύπνου με όνειρα, έχει χρονική διάρκεια και διακρίνεται από υποκειμενικότητα. Επειδή η συνείδηση απαρτίζεται από πολλά χαρακτηριστικά υπάρχουν και διαφορετικές αποτιμήσεις των προβλημάτων.
Από την άλλη υπάρχει η απλοϊκή αντίληψη για το ασυνείδητο, το οποίο είναι η ιδέα μίας ενσυνείδητης νοητικής κατάστασης από την οποία απουσιάζει η συνείδηση. Υπάρχουν βεβαίως πολλές νοητικές καταστάσεις που δεν προωθούνται ποτέ στην συνείδηση, καταστάσεις που για κάποιους λόγους δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν στη συνείδηση, ίσως γιατί είναι πολύ επώδυνες και γι’ αυτό πολύ βαθιά απωθημένες, καθώς επίσης είναι δυνατόν σε κάποια δεδομένη στιγμή ένα άτομο να βρεθεί εκτός συνείδησης, όπως στην κατάσταση του ύπνου, του κώματος κλπ. Στον εγκέφαλο αυτό που συμβαίνει είναι νευροφυσιολογικές διαδικασίες, μερικές ενσυνείδητες και μερικές ασυνείδητες από τις οποίες μερικές είναι νοητικές και μερικές όχι.
Η όλη συζήτηση, περί μη ενσυνείδητου νου αφορά στις αιτιφδεις ικανότητες της νευροφυσιολογικής λειτουργίας να παράγει ενσυνείδητες καταστάσεις και ενσυνείδητη συμπεριφορά. Η διάκριση λοιπόν μεταξύ ενσυνείδητων και ασυνείδητων νοητικών καταστάσεων δεν είναι διάκριση ανάμεσα σε δύο ειδών νοητικές καταστάσεις ούτε διάκριση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς τρόπους ύπαρξης νοητικών καταστάσεων, αλλά όλες οι νοητικές καταστάσεις είναι στην πραγματικότητα αυτές καθαυτές (an sich) ασυνείδητες, η δε συνείδηση είναι απλώς ένας τρόπος αντίληψης καταστάσεων οι οποίες υπάρχουν ως ασυνείδητες.
Το ασυνείδητο δηλαδή έχει όλα τα χαρακτηριστικά του συνειδητού εκτός από συνείδηση. Τέλος, αυτό το ασυνείδητο «κάτι» που καθοδηγεί την συνείδηση ως να υποκρύπτεται πίσω από αυτήν, ονομάστηκε «υποσυνείδητο» και μπορεί να θεωρηθεί ως ο χώρος στον οποίο απωθούνται όλα όσα μένουν έξω από το συνειδητό.